
Έξω, στην Αθήνα: Είναι Χριστούγεννα. Δεν χρειάζεται πια να φοβάσαι.
Γύρισα πίσω· ύστερα από δύο Μαργαρίτες και πολλούς Smiths στο
Pop· με μια σκέψη που με ακολουθεί, χωρίς να έχω καταλάβει αν έχει κάτι σημαντικό να μου πει.
Είπε ο 26χρονος Θ: «Εγώ πάντως έχω
καταλήξει πως όσο λιγότερο σκέφτεσαι αυτά που βλέπεις, τόσο πιο καλά περνάς». Πράγματι. Όλοι το ίδιο πιστεύουν. Και προφανώς έχουν δίκιο. Και είναι πολύ μεγαλύτεροι από τον Θ.
Η αμφιβολία εισχωρεί από το σημείο όπου έχεις δει πως τόσο η "ζωή" όσο και η σκέψη της («αυτά που
βλέπεις») μπορούν, με ασήμαντη αφορμή, να γίνουν εύθραυστες αυταπάτες και, στο επόμενο βήμα, να σε ξετρομαριάσουν: χαμογέλασε και προχώρησε· δεν υπάρχει νόημα· υπάρχει μόνον η απολαβή της καθημερινότητας· όλα τελειώνουν, οπότε δέξου τα πάντα και τους πάντες, άρπαξε ό,τι προλαβαίνεις.
Απότομα, όλα γίνονται εύκολα, φευγαλέα, γεύσεις. Τίποτε δεν μπορεί να σε θίξει πραγματικά. Εσύ μεγαλώνεις, η ζωή μικραίνει. Απότομα, πάντα διψάς, γιατί οι δόσεις της άσκεπτης πραγματικότητας είναι για σένα πάντα μικρές ή λίγες, αλλά, γενικώς, βασανιστικά απειράριθμες, και τόσο απολαυστικές, μα για σένα πάντα μικρές ή λίγες, γιατί έχουν να καλύψουν ένα μεγάλο κενό. Και απότομα, όποια σκέψη και αν πας να κάνεις, χάνει κάθε ουσία, σβήνει αυτομάτως μέσα σε αυτή την κατάφαση προς την κυνική αγάπη για την πράξη, την οποιαδήποτε πράξη. Και κάθε πράξη αντισταθμίζει την απώλεια μιας σκέψης.
Ολόγυρα, για κάποιον λόγο (ο χρόνος που περνάει;), πληθαίνουν οι άνθρωποι που αποζητούν τη στιγμή με απόγνωση και αρνούνται τη συνέχιση της παραμικρής, στοιχειώδους αξιολογίας, ως ανώφελη. Απλώς,
δεν χρειάζεται.
Εδώ, όλα είναι πιο εύκολα.
Όλα είναι καλά.
Ίσως αυτή είναι η αρχή της Συνέχειας. Τα πρακτικά προβλήματα και οι πρακτικές απολαύσεις έχουν πολύ μεγαλύτερη σημασία από την όποια σκέψη. Από εσένα. Άλλωστε, τα πάντα σε ξεπερνούν. Αφέσου στην (αν)αισθητική εμπειρία, μόνον αυτή μπορεί να σε προστατεύσει από τον τρόμο του κενού. Αγκάλιασε τον παραλογισμό.
Συγχρόνως, «τα βιβλία, οι ταινίες και τα τραγούδια», μια μακρινή βουή, μια σκέψη αραιά πια δραστική, απόψε λένε: «Να χαρείς, γύρισε πίσω».