Saturday, October 20, 2007

Μετά τον θόρυβο / Ανάμνηση



Το βράδυ ξεκίνησε με το νέο συγκρότημα της Ρ, τους Efterklang. Και σκέτη βότκα. Χωρίς να καταλάβω πώς, στο 7 Jokers ξαφνικά μαζευτήκαμε μια παρέα 12 ατόμων (7 γυναίκες str8, 3 άντρες gay, 2 άντρες str8), όπου σύντομα και απροσδόκητα άρχισαν να ξεσπούν σπασμώδεις επαφές.

Η A ήθελε τον K ο οποίος δεν μπορούσε να αποφασίσει ανάμεσα σε αυτήν και τη Z και ο οποίος δεχόταν επίσης τις πιέσεις του Υ που προσπαθούσε να του τραβήξει την προσοχή προς την Α, τη φίλη του. Ο Π, φίλος του Χ, πλησίασε τον Υ και τον αιφνιδίασε λέγοντας πως τον ήξερε, ενώ δεν τον ήξερε, και ο Υ έμεινε να απορεί πώς ήταν δυνατόν αυτό, και όταν ήλθε ο Χ, που πλησίασε χαμογελώντας τον Υ, αποκαλύφθηκε ότι προϋπήρχε μεταξύ Π και Χ ένα κάποιο παρασκήνιο. Συγχρόνως, η Ε, η Κ, η Β και η Λ παρατηρούσαν τις κινήσεις, οι οποίες ασφαλώς δεν ήταν εμφανείς, και είτε έκαναν πως αδιαφορούσαν μιλώντας για μακρινά ταξίδια και τέχνη είτε, πάλι, ενθάρρυναν τα τεκταινόμενα με κατάλληλες παρατηρήσεις ή ονειρεύονταν όρκους πίστης από τους κοντινούς θαμώνες. Ο Μ, Ισπανός, πλησίασε τον Υ και του είπε πόσο του λείπει η Μαδρίτη αλλά και πόσο αισιόδοξος είναι για το πολιτικό μέλλον της Ελλάδας. Είχε ερωτευτεί πρόσφατα την Β, ακολουθώντας την εδώ. «Ωραία», είπε ο Υ και γύρισε πάλι στον Χ ο οποίος όμως ήταν κάπως αλαφιασμένος. Καθώς οι εντάσεις αυξάνονταν ολοένα πιο πολύ, οι χαρακτήρες και οι διαθέσεις άρχισαν να διαγράφονται με διαύγεια στα πρόσωπα. Στις 5 βότκες αναγκαστικά έκανα δύο βήματα πίσω, σταμάτησα να καταλαβαίνω τις φωνές, κοίταξα τα ωραία μάτια του διπλανού κοκκαλωμένου και άφησα το τραγούδι των Cobra Killer να μπει μέσα μου.

Το βράδυ έκλεισε με καυτό τσάι και τους Efterklang. Επίσης, υπό την επήρεια των εξής στίχων, οι οποίοι γέννησαν στο μυαλό μου πολλά ακατανόητα όνειρα, όλα ανεξαιρέτως σε κέντρα πόλεων:

"Γνώρισα ανθρώπους που δεν τους πλήγωνε τίποτα όσο η εικόνα του πατρικού τους σπιτιού, κι αν αυτό τύχαινε να είναι στεφανωμένο απ’ τα κύματα ή πνιγμένο στα δέντρα, αν υπήρχε έστω μια βραδυνή, φωταγωγημένη σκηνή ή μια βιαστικά κρυμμένη σκιά, μια γωνία που έπαιρνε την έκφραση ενός ανθρώπου ή μιας γιορτής, τόσο πιο πολύ ξέσπαγαν σε δάκρυα και πελάγωναν μέσα σ’ αυτό τον ένοχο σπασμό που μας δίνουν τα αγαπημένα πράγματα.

Γνώρισα ανθρώπους που μόνο αλαλαγμοί χαράς έβγαιναν απ’ το στόμα τους, που η ζωή τους ήταν η συνειδητή αποφυγή κάθε σκέψης και ζούσαν σ’ ένα παρόν ακατάλυτο που μόνο οι ποιητές έχουν παροδικά γνωρίσει. Ανθρώπους που ένας νέος με ζεστό αίμα στις φλέβες του, γεμάτος αυταπάρνηση κι εγωισμό, καλό θα ήταν να αποφεύγει, ανθρώπους που ζούσαν σε λήθαργο, κάτω από σκοτεινά φώτα, βλέποντας σε μια γη χωρίς καλοκαίρια και μυρωδιές ή άλλους που δεν μπορούσαν να ζήσουν πραγματικά και είτε ο ήλιος τούς έκαιγε τα βλέφαρα, είτε ο αέρας τους σκέπαζε τ’ αυτιά, εκείνοι δεν έκλαιγαν ποτέ για τίποτα και είχαν μιαν έμμονη χαρά να δηλητηριάζουν τα πάντα γύρω τους.

Γνώρισα γυναίκες και άντρες που ανέλυαν για χρόνια μια χειρονομία για να έχουν την απόλαυση μιας μόνο λέξης ή ακόμα τις γιορταστικές σκιές μιας περασμένης νύχτας, ζώντας στον Όλυμπο του εαυτού τους, σ’ ένα κόσμο που γερνούσε παντοτινά μέσα στην Τέχνη.

Ανθρώπους που είχαν ένα θεό στο μαξιλλάρι τους όταν ξυπνούσαν κι άκουγαν τα κύματα να τρέχουν σε μακρινές παραλίες, να σπάνε σε απέραντες αμμουδιές, σε ολόισιες πραιρίες".

(Χάρης Μεγαλυνός, «Ένα τύμπανο μέσα στο άλλο», Το μήλον της έριδος, 1983)

Wednesday, October 10, 2007